🇬🇷 el nl 🇳🇱

μέρος του λόγου

  /ˈmeɾos tu‿ˈloɣu/
  • (γραμματική) κάθε μία από τις κατηγορίες στις οποίες διαχωρίζονται οι λέξεις
woordsoort
Wiktionary Links